Κριτική Θεάτρου | Ο κήπος με τις αλήθειες
- Έγραψε ο Γιώργος Παπαγιαννάκης
- στις 14/10/2021
Η παλιά σχολή της θεατρικής κριτικής συνήθιζε να αποκηρύττει τα εισαγόμενα σκηνοθετικά ιδιώματα αναφορικά με τις αρχαίες τραγωδίες, όπου, συνήθως, ο χορός άλλοτε φάνταζε ένα προβληματικό και ομιχλώδες συστατικό και άλλοτε απουσίαζε εντελώς, προδίδοντας αμηχανία ή έλλειψη κατανόησης. Και ήταν απολύτως φυσικό, καθώς η «σχολή Ροντήρη», που ανδρώθηκε μέσα στα θεατρικά εργαστήρια του Max Reinhardt και η οποία προέτασσε μια τεχνική θεμελιωμένη σε επιστημονικά και όχι μόνο καλλιτεχνικά εργαλεία, δεν άφησε αδιάφορο τον κύκλο των λογίων και επαϊόντων της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας. Παρόλα αυτά, μια τόσο σπουδαία παρακαταθήκη, που πέτυχε μετά από αιώνες να επανασυμφιλιώσει το ελληνικό και το διεθνές κοινό με τα κλασικά αριστουργήματα, διολίσθησε στο επίπεδο της τουριστικής ατραξιόν, στο πλαίσιο μιας πολιτιστικής λαογραφίας, αντί να μετουσιωθεί σε στοιχείο δημιουργικής έμπνευσης για περαιτέρω ερμηνευτικές προσεγγίσεις.
Ο Άρης Μπινιάρης διαχειρίζεται τις τραγωδίες με έναν προσωπικό τρόπο. Τόσο στις «Βάκχες» όσο και, τώρα, στον «Προμηθέα Δεσμώτη» οι σκηνοθεσίες του θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν περισσότερο μουσικοθεατρικές επιτελέσεις παρά τεθλασμένες εκδοχές παραδοσιακών φορμών. Σε κάθε περίπτωση, από τη στιγμή που το ηχητικό σκέλος των σκηνικών απόψεών του διαταράσσει σε μεγάλο βαθμό την αναλογικότητα των «κατά ποιόν» μερών της τραγωδίας, αυτό, από μόνο του, συνιστά μια τομή που, τουλάχιστον σε επίπεδο αναπαράστασης, οδηγεί σε άλλες ατραπούς.
Η σκηνική απόδοση των «Ιχνευτών» του Σοφοκλή από τον Μιχαήλ Μαρμαρινό πρόδιδε μια στόχευση ερευνητική. Κατ’αρχάς, η ενασχόληση με ένα έργο που δεν έχει σωθεί ατόφιο και από το οποίο δεν είναι γνωστό παρά μονάχα ένα τμήμα του, υποβάλλει τον δημιουργό στη διαδικασία να αφουγκραστεί τις άρρητες πτυχές του, πέρα από την ανάγκη του να προσδώσει μια σχετική αυτοτέλεια στο κειμενικό θραύσμα που καλείται να διαχειριστεί. Ακολούθως, το γεγονός ότι η γνώση μας για το σατυρικό δράμα είναι γενικά ελλιπής (που θα ήταν ακόμη περισσότερο εάν δεν υπήρχε ο ευριπιδικός «Κύκλωπας», κάποιοι στίχοι από την «Ars poetica» του Ορατίου και, ίσως ακόμα, ο Isaac Casaubonus) συνιστά από μόνο του ένα γριφώδες περιβάλλον για την οποιαδήποτε ανάπτυξη μιας αναπαραστατικής ιδέας.