Blog Image

Κριτική Θεάτρου | Εμιγκρέδες

  • Έγραψε ο Γιώργος Παπαγιαννάκης
  • στις 31/03/2016

Βλέποντας κανείς του “Εμιγκρέδες” του Σλάβομιρ Μρόζεκ (εκδόσεις Δωδώνη, μετάφρ. Έρση Βασιλικιώτη) έχει την αίσθηση ότι παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τον ίδιο τον συγγραφέα. Μεγαλωμένος στην Πολωνία, μέσα στο μεσουράνημα του σταλινισμού τα πρώτα του έργα “Ο Ελέφαντας” και “Η Αστυνομία” θα απαγορευτούν από τη λογοκρισία. Θα αναζητήσει καταφύγιο αρχικά στην Ιταλία και κατόπιν στη Γαλλία. To 1968 θα αντιδράσει στην εισβολή των σοβιετικών και πολωνικών στρατευμάτων στην Τσεχοσλοβακία, θα τεθεί υπό απαγόρευση στη χώρα του και θα ζητήσει πολιτικό άσυλο στη Γαλλία. Στην πατρίδα του θα επιστρέψει το 1997 όπου θα επιδοθεί στη συγγραφή σατιρικών κειμένων και στη σκιτσογραφία.

Στη δραματουργία του περιλαμβάνονται έργα που αναφέρονται στην αναπόδραστη συνθήκη της ανθρώπινης ζωής υπό το πρίσμα μιας φαταλιστικής θεώρησης με ιδεολογικοκοινωνικό πρόσημο (“Εμιγκρέδες”, “Πορτραίτο”), άλλα όπου διατυπώνονται διαφόρων τύπων συγκρούσεις (“Τάνγκο”, “Το σφαγείο”, “Βάτσλαβ”)  μέχρι και δείγματα επικού θεάτρου (“Πεζή”).  Ειδικά στους “Εμιγκρέδες” θίγει το θέμα της ελευθερίας και της σχετικοποίησης της δυνατότητας κατάκτησής της λόγω της μηχανιστικής αναπαραγωγής των κοινωνικών σχέσεων όπως αυτές υπαγορεύονται από τα πολιτικά συστήματα.

Σε ένα υπόγειο διαμέρισμα παρακολουθούμε την εκρηκτική συνύπαρξη δύο προσφύγων. Ο Α.Α πολιτικός πρόσφυγας και διανοούμενος, ο Χ.Χ χειρώνακτας εργάτης που ονειρεύεται κάποτε μια επιστροφή στην πατρίδα. Ο Α.Α αναλώνεται στην ανάλυση της έννοιας της ελευθερίας και της απεξάρτησης του ατόμου από τις καταναλωτικές συνήθειες που ασυναίσθητα τον καθιστούν σκλάβο. Στην προσπάθειά του αυτή αναπτύσσει μια άνιση διαλεκτική σχέση με τον Χ.Χ τον οποίο χρησιμοποιεί σαν πειραματόζωο για να αποδείξει θεωρία του. Έτσι ο Χ.Χ γίνεται δύο φορές θύμα: πρώτα από τις ίδιες του τις ψευδαισθήσεις ότι μπορεί να διεκδικήσει κάποτε ένα καλύτερο μέλλον κι έπειτα από τον Α.Α που ενστικτωδώς του ασκεί την ίδια καταπίεση που κι εκείνος υφίστατο στη χώρα καταγωγής του. Ο Μρόζεκ καλεί το θεατή να αναρωτηθεί γιατί οι κοινωνικές σχέσεις αναπαράγονται διαρκώς με τους ίδιους όρους (θύτη-θύμα), και πως είναι να ζει κανείς αναπτύσσοντας μια ουδέτερη σχέση με το χώρο, σε μια δεύτερη ανάγνωση,  ένα χώρο περιχαρακωμένο έως και σχετικά αφηρημένο, πλησίον του θεάτρου του Παραλόγου. 

Η παράσταση στο Θέατρο οδού Κεφαλληνίας – Β’ Σκηνή σε μετάφραση κας Έρσης Βασιλικιώτη και σκηνοθεσία κας Γιολάντα Μαρκοπούλου καταφέρνει να αποτυπώσει την ασφυκτική ατμόσφαιρα του εγκλεισμού και του κοινωνικού αποκλεισμού που βιώνουν τα δύο πρόσωπα καθώς και την κλιμακούμενη σύγκρουσή τους μέχρι και τις ακραίες εξάρσεις της. Το ενίοτε βερμαπλιστικό ύφος του Μρόζεκ αμβλύνεται με επιδέξιους ρυθμούς εκφοράς λόγου και η κίνηση στον περιορισμένο σκηνικό χώρο αντισταθμίζεται από εκφραστικά έντονες πρόσωπο με πρόσωπο σκηνικές διευθετήσεις και άρτια επεξηγηματικά ευρήματα. Ως εκ τούτου, ενώ το συγκεκριμένο έργο μπορεί εύκολα να διολισθήσει σε μια ατονία και βίαιη αποσυμπίεση της σκηνικής ενέργειας, επιτυγχάνεται η εξισορρόπηση του λόγου με τις συγκρούσεις, τις περιγραφικές παύσεις και τα ανάγλυφα ψυχολογικά τοπία. Σε μια σκηνική ατμόσφαιρα (σκηνικά-κοστούμια κ.α Αλεξάνδρα Σιάφκου – κ. Αριστοτέλης Καρανάνος) όπου τα χρηστικά αντικείμενα έχουν καταστεί σύμβολα που διογκώνουν έτι περαιτέρω τη συνθήκη της κοινωνικής απομόνωσης και καταπίεσης και της σχεδόν αυτιστικής αναφοράς τους στα στερεότυπα μιας καθημερινότητας που βαθμηδόν τους αφαιμάζουν, οι δύο πρωταγωνιστές, κ. Προμηθέας Αλειφερόπουλος (Α.Α) και κ. Θάνος Τοκάκης (Χ.Χ) καθίστανται δύο “εύγλωττα” σκηνικά “σκίτσα” του Μρόζεκ με τα αδρά χαρακτηριστικά των ανολοκλήρωτων, ματαιωμένων υπάρξεων χαμένων στην “εκκωφαντική” μοναξιά τους και στην αφόρητη ακινησία της ζωής τους.

Ο Α.Α του κου Αλειφερόπουλου εκκινούμενος από μια φλεγματική και πλήρη σαρκασμού επίδειξη πνευματικής ανωτερότητας ξεδιπλώνει κλιμακηδόν και με ακρίβεια τον ένθερμο ιδεολόγο με τις σκοτεινές ακραίες πλευρές του, τον επικυρίαρχο έναντι του ασθενέστερου και εν τέλει τoν άνθρωπο που βρίσκεται έκθετος στο φόβο της απώλειας του “άλλου” ως δέκτη της ιδεολογίας του και λόγο ύπαρξής του. Ο κ. Τοκάκης ως Χ.Χ οικοδομεί σκηνικά τον απλοϊκό εργάτη πρόσφυγα με τις φρούδες ελπίδες, με τρόπο που σταδιακά να φωτίζεται εκ των ένδον με την παγερή επίγνωση της κατάστασής του κατά την υπόρρητη, βασανιστική αποδόμησή του από τον Α.Α. Με αξιοπρόσεκτες μεταπτώσεις και παραληρηματικές εξάρσεις, ως τελικοί σπασμοί συνειδητοποίησης της ανυπαρξίας διόδου διαφυγής, δίνει έναν νευρώδη και γλαφυρό μροζεκικό χαρακτήρα.

Τέλος, στην ολοκλήρωση της σκηνικής ατμόσφαιρας συμβάλλουν οι καίριες και επεξηγηματικές φωτιστικές δημιουργίες (κ. Αλέκος Αναστασίου) καθώς και οι ηχητικές υπογραμμίσεις (κ. Λάμπρος Πηγούνης).

 

Θέατρο Οδού Κεφαληνίας – Β’ Σκηνή

Κεφαλληνίας 16, τηλ: 210-8838727