
Κριτική Θεάτρου | Στη μνήμη ενός μικρού παιδιού
- Έγραψε ο Γιώργος Παπαγιαννάκης
- στις 21/10/2019
Κριτική του Γιώργου Παπαγιαννάκη για τη θεατρική παράσταση “Στη μνήμη ενός μικρού παιδιού” σε σκηνοθεσία Ιόλης Ανδρεάδη (“Άσυλο Ανιάτων Κυψέλης”).
[Σημ.: Οι παραστάσεις έχουν ολοκληρωθεί].
Σε προηγούμενο άρθρο της στήλης, με αφορμή την παράσταση της «Μήδειας» στο «Μπάγκειον», έγινε αναφορά στο θέατρο site specific (in situ), υπό την έποψη του glocal (σύντηξη του global και του local): η φυλετική και πολιτισμική ετερότητα που εκπροσωπεί η Μήδεια συναρτάται με τον κατεξοχήν αστικό χώρο παρουσίας και διαβίωσης προσφύγων και μεταναστών, θέτοντας, αυτοματικά, το ερώτημα πώς ένα παγκόσμιο φαινόμενο μπορεί να κατοπτριστεί καλλιτεχνικά στα όρια μιας τοπικής συνθήκης ή πώς ο εκάστοτε τόπος αντιλαμβάνεται τη δική του πραγματικότητα σε σχέση με τις συντεταγμένες της Ιστορίας.
Ωστόσο, μια ανάλογη απόπειρα, η σκηνική σύνθεση της Ιόλης Ανδρεάδη και του Άρη Ασπρούλη «Στη μνήμη ενός μικρού παιδιού», εισήλθε με πιο δυναμικό τρόπο στις περιοχές του in situ, δεδομένου ότι ο χώρος αναπαράστασης ταυτίστηκε οργανικά τόσο με το κείμενο όσο και με τις λοιπές αναφορές και τα ιστορικά πρόσωπα. Το έργο, προϊόν μακρόχρονης και συστηματικής αναδίφησης σε αρχεία σχετικά με τα έργα και τις ημέρες της οικογένειας Ροδοκανάκη, ανέσυρε γνωστές και αθέατες πτυχές της ζωής των μελών ενός ευρέος γενεαλογικού δέντρου, διεσπαρμένων σε όλα τα γεωγραφικά μήκη και πλάτη. Το κτίριο του Ασύλου Ανιάτων στην Κυψέλη, που υπήρξε η τελευταία κατοικία της οικογένειας, προτάχθηκε ως ο φυσικός χώρος για την πραγματοποίηση της παράστασης, καθώς δεν συνιστούσε απλώς μια συμβατική κατασκευή ή ένα οποιοδήποτε πλαίσιο, αλλά το ίδιο το υλικό, το κεντρικό σώμα και τον πυρήνα της σύλληψης. Παρόλα αυτά, η δημιουργία αντιπαρήλθε τον κίνδυνο να ακινητοποιηθεί στη λογική μιας στενά προσδιορισμένης «local knowledge» (όρος του ανθρωπολόγου Κλίφορντ Γκέρτζ), που θα την περιχαράκωνε στα προδιαγεγραμμένα όριά της. Απόδειξη αυτής της ευπροσαρμοστίας της παράστασης είναι και η παρουσίασή της στο Λονδίνο, όπου ο Κωνσταντίνος Ροδοκανάκης δραστηριοποιήθηκε το 17 ο αιώνα ως αλχημιστής και προσωπικός γιατρός του Βασιλιά Καρόλου Β’.
Η συγκεκριμένη in situ παράσταση παγιώθηκε ως ένα παλίμψηστο δεδομένων: καθαρόαιμη μυθοπλασία, διακειμενικότητα ανάμεσα στο πρωτότυπο μέρος του έργου και τα παρέμβλητα αποσπάσματα (από το «Βυσσινί τριαντάφυλλο» του Πλάτωνα Ροδοκανάκη, το «Καθήκον» του Περικλή Γιαννόπουλου, το περιοδικό «Ο Νουμάς»), θύλακες – αναφορές σε ντοκουμέντα, αλληλοπεριχώρηση των εικαστικών παραστατικών μορφών, αλλά και συγκεφαλαιωτική ώσμωση όλων αυτών μεταξύ τους.
Σε επίπεδο ερμηνείας, η Ρούλα Πατεράκη επέτυχε να αφουγκραστεί την υπόρρητη αφήγηση του χώρου, αποκρυσταλλώνοντας, εν τέλει, την παρουσία της ως τη ζωντανή ψυχή του, η συνολική παρουσία της Δέσποινας Σαραφείδου απέδειξε μια ενδελεχή προσέγγιση στο πεδίο των εκφραστικών σώματος και φωνής, με σεβασμό στα ρετζίστρα που υπαγόρευε η περιρρέουσα ατμόσφαιρα, ενώ αξιοθαύμαστη κατέστη η συμβολή του Κώστα Νικούλι που διεκπεραίωσε με διακριτό τρόπο και μεγάλη ακρίβεια τους ρόλους που κλήθηκε να υπηρετήσει.