Blog Image

Κριτική Θεάτρου | Ο Σωσίας

  • Έγραψε ο Γιώργος Παπαγιαννάκης
  • στις 15/01/2015

Στο “Σωσία” ο Ντοστογιέφσκι (1821-1881) διεισδύει στις σκοτεινές πτυχές της παράνοιας. Ο ήρωάς του, ο Γκολιάτκιν, κατατρέχεται από μονομανίες και η συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται από νευρώσεις, διαταραχές ομιλίας και κίνησης, αδεξιότητες, ψευδαισθήσεις και ακατανόητο λόγο.

Καθώς βρίσκεται αποκλεισμένος από τον περίγυρό του και εγκλωβισμένος στους ερμητικά κλειστούς διαδρόμους του μυαλού του, αναγνωρίζει κάποτε στο πρόσωπο ενός ξένου το σωσία του. Αρχίζουμε, έκτοτε, να ερευνούμε αν αυτό το είδωλο είναι υπαρκτό πρόσωπο ή αποκύημα της αρρωστημένης φαντασίας του. Αναρωτιώμαστε ακόμα, για το αν αυτό το δεύτερο πρόσωπο εκπροσωπεί τις συνθήκες, εκτός των οποίων έχει τεθεί ο Γκολιάτκιν, και οι οποίες ρυθμίζουν τις “κανονικότητες” μιας κοινωνίας αυστηρά ιεραρχημένης, κυνικής και επιτηδευμένα εκλεκτικιστικής.

Η παράσταση στο θέατρο “Ροές”,σε σκηνοθεσία κας Έφης Μπίρμπα, συνδυασμός απόπειρας δραματοποίησης του μυθιστορήματος και σκηνικής σύνθεσης (κα Έφη Μπίρμπα, κ. Άρης Σερβετάλης και κα Μιχαήλα Πλιαπλιά) επιδιώκει μια ακτινογραφική τομή στην έννοια του διπλασιασμού, ως μέσο εξήγησης του ατομικού αδιεξόδου, μέχρι του σημείου της αποδόμησης του “εγώ”, στο βαθμό που αυτό αρνείται ή αδυνατεί να υπαχθεί σε μια προσομοιωμένη και καθ’υπαγόρευσιν φυσιολογικότητα.

Στα πλαίσια αυτής της απόπειρας, ο λόγος διατηρεί ένα ρόλο κωδικοποιημένο, με συχνές επαναλήψεις που παραπέμπουν στην ψύχωση, οι απευθύνσεις άλλοτε στερούνται αμεσότητας, καθώς παράγονται από ηχητικές πηγές με παραμορφώσεις, και άλλοτε δημιουργούν ενδιαφέρουσες αντιστικτικές φόρμες, ενώ η κίνηση, ως παράλληλη γλώσσα, έρχεται να προσδώσει τη δική της σημειολογία και δυναμική στην κατάδειξη της επίπονης δοκιμασίας του ήρωα καθώς αναμετράται με το εικονικό είδωλό του.

Μέσα σε μια υποφωτισμένη ατμόσφαιρα (κ. Θύμιος Μπακατάκης), απεικόνιση της σκοτεινής πλευράς του κόσμου στον οποίο περιχαρακώνεται ο Γκολιάτκιν και με ελάχιστα σκηνικά μέσα, όπου δεσπόζει ένας σωρός από καρέκλες που, με περιοδικούς ρυθμούς, ταξινομούνται, αλλάζουν διάταξη και, εν τέλει, αποσύρονται όλα ακολουθούν το δρόμο της εμμονικής σύστασης και αποδιοργάνωσης, μέχρι του σημείου που η τρέλα να νοείται η μόνη λύτρωση.

Ο κ. Άρης Σερβετάλης, ως Γκολιάτκιν, ακολουθεί μια επεξεργασμένη ερμηνεία, προϊόν επιτυχούς παρατήρησης και ενσωμάτωσης της συμπτωματολογίας των παρακρούσεων και οξέων αντιδράσεων της παράνοιας. Ο λόγος του  μονοδιάστατος, γραμμικός, διακεκομμένος, επαναλαμβανόμενος, κενός συναισθήματος, αφηρημένος. Οι κινήσεις του απροσδιόριστες, νευρωτικές, διφορούμενες, αναντίστοιχες, αγγίζουν το γκροτέσκ. Η έκφρασή του, το γαλήνιο επίχρισμα μιας τεταμένης εσωτερικής σύγκρουσης. 

Ο κ. Δρόσος Σκώτης, ως Σωσίας, όντας δραματουργικά “ακρωτηριασμένος”, ως επιδρώσα παρουσία στη ζωή του Γκολιάτκιν, και αρκούμενος να υποστηρίξει μια μάλλον συμπτυγμένη και περιγραμματική παρουσία, κατάφερε να παραπέμψει, έστω και ως όψη, στο νοσηρό και καταδυναστευτικό κάτοπτρο που εισβάλλει στη ζωή του ήρωα.

Οι υπόλοιποι ηθοποιοί (κ. Γιώργος Συμεωνίδης, Συμεών Τσακίρης, κ. Κωνσταντίνος Καρβουνιάρης) υπηρέτησαν τις συμβολικές κινησιολογικές οδηγίες με πλαστικότητα και σωματική εκφραστικότητα και εξυπηρέτησαν τη διεξαγωγή της σύνθεσης πειθαρχώντας στους ρυθμούς, στις tonalités, ειδικά στα αλλεπάλληλα αντιστικτικά επεισόδια, και στη διαμόρφωση του σκηνικού χώρου.

Ως γενική αίσθηση, η παράσταση της κας Μπίρμπα επεξεργάζεται με έντονα κωδικοποιημένες αφαιρέσεις τη ρεαλιστική βάση πάνω στην οποία ο Ντοστογιέφκσι αντιπροβάλλει, ως δίπολο, την περίπλοκη εσωτερική πραγματικότητα του ήρωα, αφήνοντας εκτεθειμένο σε θέαση σχεδόν αποκλειστικά το ψυχολογικό περιβάλλον του. Ως εκ τούτου, ο υπαρκτός περιβάλλων κόσμος του δεν καθίσταται ευκρινής. Παρόλα αυτά, η όλη ατμόσφαιρα βρίθει ποιητικότητας…