Blog Image

Κριτική Θεάτρου | Ο Άρντεν πρέπει να πεθάνει

  • Έγραψε ο Γιώργος Παπαγιαννάκης
  • στις 10/10/2015

Αγνώστου πατρός, για μερικούς πιθανό “τέκνο” του Thomas Kyd, το ελισαβετιανό δράμα “Arden of Faversham” κατέχει περίοπτη θέση στη δραματουργία της εποχής του (γράφτηκε το 1592) καθώς μιλάει με όρους ρεαλισμού, συχνά ωμού, και ρίχνει άπλετο φως στις σκοτεινές πτυχές της λονδρέζικης κοινωνίας του 16ου αι. Εδώ, δεν έχουμε να κάνουμε με θεούς και δαίμονες εξωπραγματικούς και μεταφυσικούς, αλλά με υπαρκτούς, που πηγάζουν από την αποτρόπαιη ανθρώπινη φύση και από τις κοινωνικές σχέσεις όπου τα πάθη, η κερδοσκοπία και το έγκλημα καλά κρατούν.

Το στόρι είναι αληθινό (ιδού το πρώτο βήμα στο ρεαλισμό), η απόπειρα δολοφονίας του μεγαλοαστού Φάβερσαμ από τη γυναίκα του Άλις, με τη βοήθεια πληρωμένων δολοφόνων. Μετά από διαδοχικές αποτυχημένες απόπειρες το σχέδιο πετυχαίνει αλλά η δικαιοσύνη ελλοχεύει και θριαμβεύει. 

To κυνήγι του ανθρώπου με τους δαιδάλους της φύσης του, τα ανεκπλήρωτα ένστικτά του, τα ζωώδη πάθη του που κρύβονται επιμελώς πίσω από το λούστρο των κοινωνικών συμβάσεων, ο ίδιος και απαράλλακτος, μετέωρος άνθρωπος μπροστά στην αδυναμία του να διαχειριστεί το υπαρξιακό κενό του και να βρει το προορισμό του στον κόσμο, αποτελούν την επιτομή του δράματος.

Το “Αrden of Faversham”, υπό τον τίτλο “Ο Άρντεν πρέπει να πεθάνει”, παίζεται για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων στο υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης σε μετάφραση κου Ν. Χατζόπουλου και σκηνοθεσία κου Χάρη Φραγκούλη με ένα team αξιόλογων νέων ηθοποιών. 

Η σκηνοθετική ματιά, αν και επιφατικά αιρετική, καθώς παίζει ανάμεσα στο σκοτεινό της τραγωδίας της συνομωσίας και τα φαρσικά επεισόδια, στήνεται γύρω από έναν περιστρεφόμενο κύκλο με κρυψώνες απ’όπου αναδύονται πρόσωπα και καταστάσεις. Στο κέντρο του κύκλου καθήμενος με ιερατική μεγαλοπρέπεια ο στόχος της εξυφαινόμενης ίντριγκας, ο Άρντεν. Ωστόσο, παρά την ανάλαφρη ατμόσφαιρα, το γέλιο κάθε φορά σταματάει στα χείλη, το τραγικό, καθώς ξεχύνεται η σκοτεινή πλευρά των ανθρώπινων πραγμάτων, είναι μονίμως έκδηλο, “αγγίζοντας την ποίηση με τις πλέον απλουστευμένες λέξεις”, όπως υπογραμμίζει ο Marcel Bluwal.

Μέσα και γύρω από τον περιστρεφόμενο κύκλο, κάτι σαν καρουζέλ, (σκηνικά Αργύρης Πανταζάρας-Λουκία Χουλιάρα) που καταδεικνύει την περατότητα, την παλινδρομική κίνηση και άρα τη ματαιότητα των ανθρώπινων και του κόσμου έχουν στηθεί εξαιρετικές υποβλητικές σκηνές μυστηριακής έμπνευσης συναινούσης της μουσικής επεξεργασίας (κ. Κ. Σελαμσής) και των φωτισμών (κ. Ν. Βλασόπουλος). 

Οι μικρές αναφορές στη δική μας πραγματικότητα, μπορεί να ξενίζουν λίγο (θα μπορούσαν κάλλιστα να λείπουν) αλλά για το θεατή που “ηλεκτρίζεται” να θυμίσουμε το μότο “όλος ο κόσμος μια σκηνή” ήτοι ότι, υπό μία ευρεία έννοια, όπως το σύμπαν συνενώνει αρμονικά ανθρώπους, πολιτισμούς και γεωγραφικά μήκη και πλάτη, ομοίως γίνεται και πάνω στη σκηνή.

Σε επίπεδο ερμηνειών, ο κ. Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης γίνεται επιδέξια ο φλεγματικός και με αβρούς τρόπους ευγενής, μια πραγματική φιγούρα-στόχος από κάθε σημειολογική σκοπιά (τόνος, φωνής, φυζίκ κλπ). Η κα Μαρία Πανουργιά, ως Άλις, είναι μια φαιδρή γυναίκα-αράχνη, κάπου στα όρια της μελοδραματικής παρωδίας, της τραγωδίας και του κωμικού, μια υποκριτική εικόνα λίγο ασύμμετρη όχι σε σχέση με τα συστατικά της (ο Bluwal μιλάει άλλωστε για κατάσταση ανάλογη ενός vaudeville), αλλά από το χειρισμό των εκφραστικών μέσων και κυρίως της φωνής. Η κα Ηρώ Μπέζου, “επικίνδυνα” ταλαντούχα, πολυσχιδής και εντελώς μέσα στην ουσία της σκηνοθετικής σύλληψης. Ο κ. Θάνος Τοκάκης χειμαρρώδης και απρόβλεπτος (βασικό στοιχείο μιας καλοδουλεμένης υποκριτικής) ομοίως και ο κ. Γιάννος Περλέγκας, που δίνει ένα εξαιρετικό δείγμα γραφής ως Μόσμπυ, στην ιδιάζουσα σαρκική σχέση του με την Άλις. Τέλος, ο κ. Γιάννης Παπαδόπουλος και κ. Ν. Χανακούλας αποδεικνύονται οργανικά δεμένοι, υποκριτικά και κινησιολογικά, με τη λειτουργία και την ατμόσφαιρα του δραματουργικού είδους.

Γενικά, μια παράσταση με ενδιαφέροντα σκηνοθετικά στοιχεία και εξαιρετικές ερμηνείες, ένα δείγμα δημιουργικά “πειραγμένου” ελισαβετιανού δράματος, που δεν μπορείς να το αποτιμήσεις ακριβοδίκαια την ώρα που το βλέπεις.