
Κριτική Θεάτρου | Η Επανένωση της Βόρειας με τη Νότια Κορέα
- Έγραψε ο Γιώργος Παπαγιαννάκης
- στις 20/12/2016
Τίποτε γύρω από τις ανθρώπινες σχέσεις και πολύ περισσότερο από την αγάπη δεν είναι απλό, πεζό ή γελοίο. Παρά το γεγονός ότι ο Jöel Pommerat αποσυμπιέζει τα πράγματα χαρακτηρίζοντας «απλό έργο» την «Επανένωση της Βόρειας με τη Νότια Κορέα» στην ουσία αφήνει να μιλήσει η ίδια δυναμική του και το πως επενεργεί στην καρδιά του καθένα μέσα στη βουβή, σκοτεινή αίθουσα. Και εκεί είναι που ο συγγραφέας κερδίζει το στοίχημα περισσότερο από όσο σε μια ανάγνωση του κειμένου του.
Η «Επανένωση της Βόρειας με τη Νότια Κορέα», λιτό δραματουργικό πόνημα πάνω στη λειτουργία της αγάπης κρίνεται μόνο από το πως προσλαμβάνεται τη στιγμή που καθένας νοιώθει οικείος και αλληλέγγυος με τα πρόσωπα των είκοσι -φαινομενικά αυτόνομων- σκηνών του. Κοινός παρονομαστής τους ο μύθος της ανυπέρβλητης αγάπης, ως επιβεβλημένης συνθήκης συμβίωσης και συνείδησης της υπαρξιακής ταυτότητας. Υπάρχει αγάπη και αν ναι, τι είναι; «Δεν υπάρχει, είναι μια νοητή κατασκευή… » αναφέρει ο συγγραφέας. Ένα φαντασιακό παιχνίδι του μυαλού όπως ο καλοζωϊσμένος δυτικός άνθρωπος αρέσκεται να κρυφοκοιτάζει από την κλειδαρότρυπα του ολότελα απομονωμένου και γοητευτικά μυστηριακού κόσμου της Βόρειας Κορέας.
Πρόσωπα παγιδευμένα στην αναγκαιότητα να αγαπήσουν και να αγαπηθούν, πρόσωπα που κλείνοντας το λογαριασμό της ζωής τους δεν έχουν άλλη απαντοχή από τη μοναξιά, ήρωες και αντι-ήρωες καθημερινής τρέλας ματαιωμένοι, απογοητευμένοι, διχασμένοι, κατατρεγμένοι, προδομένοι, χαμένοι στις ψευδαισθήσεις και τις κτηνώδεις επιθυμίες – αποχρώσεις της ευεπίφορης ευάλωτης φύσης και της φαιδρότητας της ύπαρξής τους που περικλείει όμως και το μέγεθος της τραγικής της υπόστασης, συνθέτουν το ψηφιδωτό αυτού του σπονδυλωτού έργου.
Ο Νίκος Μαστοράκης στην παράσταση του Θεάτρου Τέχνης (Υπόγειο) αντιστρέφει τη θέση του προβολέα αφήνοντας μέσα από διακριτικούς τόνους σαρκαστικού μαύρου χιούμορ να αναψηλαφίσει σκοτεινές περιοχές της ανθρώπινης ψυχής και του μυαλού και με ανακλαστικές ρεαλιστικές αντιδράσεις, μηρυκασμούς και εμβόλιμα δηλωτικά κινησιολογικά ιντερμέδια να ενσωματώσει αρμονικά όλα τα πρόσωπα στο ίδιο πολυδαίδαλο terrain της πολύπλοκης πραγματικότητάς τους. Κάθε επεισόδιο είναι σαν να βγαίνει από το προηγούμενο και όλοι είναι μάρτυρες -και ίσως ακόμη και σιωπηλοί συνένοχοι- στα μικρά εγκλήματα και δράματα των άλλων.
Ευθύβολη μετάφραση (Μαριάννα Κάλμπαρη), υπαινικτικοί φωτισμοί (Στέλλα Κάλτσου), απέριττος, πλην όμως λειτουργικός, σκηνικός χώρος μεταξύ λαβύρινθου και αρένας (Αλέξανδρος Λαγόπουλος) και ερμηνείες τόσο με προσωπική σφραγίδα όσο και με αύρα αγαστής συνύπαρξης σε ένα πεδίο αναμετρήσεων μέχρι τελικής πτώσης δομούν ένα άρτιο αποτέλεσμα. Ο Χάρης Φραγκούλης αποδεικνύει εκ νέου την αξεπέραστη υποκριτική του στόφα, ο Κλέων Γρηγοριάδης κινείται με την αυτοσυγκράτηση και το μέτρο του ώριμου ηθοποιού ενώ ο Δημήτρης Πασσάς εμφανίζεται δυναμικά ενσωματωμένος κατακτώντας την πάλλουσα σκηνική συχνότητα του Μαστοράκη. Ιδιαίτερης μνείας χρήζει η παρουσία της Ιωάννας Μαυρέα σε μια πολυεπίπεδη ερμηνεία ολικής συμμετοχικότητας εκφραστικών μέσων και ψυχισμού, ελαφρώς επαναλαμβανόμενη η Μαρία Καλλιμάνη, επαρκής η Κατερίνα Λυπηρίδου και με υπερβάλλοντα ζήλο πάνω στη βάση ενός μονοδιάστατου υποκριτικού ιδιώματος η Κωνσταντίνα Τάκαλου.