
Θεατρικά Περιοδικά
- Έγραψε ο Γιώργος Παπαγιαννάκης
- στις 23/11/2020
Η ιστορία των ελεύθερων θεατρικών περιοδικών και, εν γένει, του θεατρικού Τύπου στην Ελλάδα, πρέπει να αναζητηθεί αρκετά πίσω στο χρόνο. Μια πρώτη προσέγγιση αυτού του είδους περιοδικού Τύπου απαιτεί, παράλληλα, και έναν απαραίτητο διαχωρισμό σε συνάρτηση με τις στοχεύσεις, τη θεματολογία και τη γενικότερη φιλοσοφία των εκάστοτε εκδόσεων, καθώς επίσης και τη χαρτογράφηση των συνθηκών μέσα στις οποίες αποκρυσταλλώθηκε αυτό που ο θεατρικός, και όχι μόνο, κόσμος αντιλαμβανόταν ως φυσιογνωμία θεατρικού περιοδικού: την παρεμβατική παρρησία στα ζητήματα τέχνης, τη σκεπτόμενη στάση, την επαφή με την πρωτοπορία, την τόλμη να αρθρώσουν, ακόμη και σε δύσκολες περιόδους, ρηξικέλευθες απόψεις για επιστημονικά, ιδεολογικά και αισθητικά ζητήματα.
Ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’20 και μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ‘30 κυκλοφορούσε η εφημερίδα «Ελληνικόν Θέατρον», όργανο του Σωματείου Ηθοποιών, όπου αρθρογραφούσαν παράγοντες του θεάτρου με πρόδηλο συντεχνιακό πρόσημο και λογική παρασκηνίου. Στα τέλη της δεκαετίας του ’30 ο Δημήτριος Μοσχονάς θα εκδώσει την εφημερίδα «Τα Παρασκήνια». Τον Νοέμβριο του 1938 η εφημερίδα θα περιέλθει τα χέρια του Θ. Συναδινού, χωρίς, ωστόσο, να μακροημερεύσει.
Μετά τη λήξη του πολέμου θα κυκλοφορήσουν δύο επιθεωρήσεις της θεατρικής δραστηριότητας, «ο Καλλιτέχνης» και «ο Αρτίστας», ενώ μετά από δέκα χρόνια θα κάνει την εμφάνισή του ένα θεατρικό έντυπο μεγάλου εκτοπίσματος, το «Θέατρο» με εκδότη τον Θ. Κρίτα. Η συμβολή αυτής της ετήσιας επιθεώρησης, που εκδιδόταν σε μορφή τόμου υπήρξε καθοριστική, καθώς για πρώτη φορά το ελληνικό θέατρο γινόταν αντικείμενο μελέτης σε συνάρτηση με το διεθνές καλλιτεχνικό περιβάλλον.
Ο επόμενος σταθμός ανήκει στο περιοδικό «Θέατρο» του Κώστα Νίτσου που κυκλοφόρησε από το 1961 μέχρι το 1981. Επρόκειτο για ένα εμβληματικό εγχείρημα, καταχωρημένο πλέον στη συνείδηση των ανθρώπων του θεάτρου, του κοινού και, εν γένει, του πνευματικού κόσμου ως μια ανεκτίμητη παρακαταθήκη γνώσης και έμπνευσης, που έθεσε τις βάσεις για έναν εκ των έσω αναθεωρητισμό της ελληνικής θεατρικής ζωής.
Τον Δεκέμβριο του 1971 εγκαινιάζεται μια νέα έκδοση, τα «Θεατρικά» με διευθύντρια την Ελένη Παπασωτηρίου και επιμελητή τον Γιώργο Χατζηδάκη, που αργότερα στις σελίδες του θα ενταχθεί και η κινηματογραφική και τηλεοπτική παραγωγή.
Την ίδια εποχή εκδίδεται το περιοδικό «Ανοιχτό Θέατρο», από τον σκηνοθέτη Γιώργο Μιχαηλίδη, ιδρυτή του ομώνυμου θεάτρου, που συνιστούσε μανιφέστο πολιτικών θέσεων εκπεφρασμένων υπό τη μορφή καλλιτεχνικών οραματισμών.
Το περιοδικό «Εκκύκλημα», με εκδότη του τον Μηνά Τίγκιλη, υπήρξε μια τρίμηνη επιθεώρηση για το θέατρο που κυκλοφόρησε από το 1983-1990, στους συνεργάτες του οποίου τους συγκαταλέγονταν πολλοί επώνυμοι θεωρητικοί και καλλιτέχνες του θεάτρου.
Το 1984 κάνει την εμφάνισή του το διμηνιαίο περιοδικό «Δρώμενα» του Νίκου Λαγκαδινού, που επιχείρησε μια περαιτέρω διάνοιξη των οριζόντων της ελληνικής θεατρικής πραγματικότητας με μια θεματολογία τολμηρή και σύγχρονη. Αξίζει επίσης, να αναφερθεί και η έκδοση του περιοδικού «Θ», φερέφωνου του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών.
Μετά από μια περίοδο κατασίγασης της εκδοτικής δραστηριότητας σε σχέση με τα θεατρικά περιοδικά και την ανάδυση βραχύβιων πρωτοβουλιών, ο Γιώργος Χατζηδάκης θα προβεί στην κυκλοφορία του μοναδικού, αυτή τη στιγμή, έντυπου μέσου για το θέατρο και τις παραστατικές τέχνες το «Τόπος Θεάτρου».
Τα ελεύθερα θεατρικά περιοδικά υπήρξαν διαχρονικά το προϊόν ανιδιοτελούς εθελοντικής προσφοράς, μια ένδειξη έμπρακτης αγάπης για το θέατρο όλων των εμπλεκόμενων σε αυτά. Με πενιχρά οικονομικά μέσα επιβίωσαν, δίνοντας το στίγμα της εναλλακτικής θεώρησης, του μέλλοντος των τεχνών, της πολυπλοκότητας του θεατρικού φαινομένου όταν αυτό συμπλέκεται με τις κοινωνικές και πολιτικές ανακατατάξεις, της ανάδυσης νέων μορφών έκφρασης, της ανάπτυξης της θεατρολογικής έρευνας και της επίδρασης της τεχνολογίας. Τα θεατρικά περιοδικά στην Ελλάδα μίλησαν για το θέατρο και τις παραστατικές τέχνες χωρίς να καταστούν ομφαλοσκοπικά. Ασφαλώς, μεγάλο μέρος της θεματολογίας τους θα μπορούσε να καταγραφεί στα ενδιαφέροντα και τις ανησυχίες μιας καλλιτεχνικής ελίτ. Ωστόσο, κατάφεραν να καταρρίψουν με αποφασιστικότητα τα στεγανά για το τι θα έπρεπε να συζητηθεί για το θέατρο και τις τέχνες, υπονομεύοντας συμπτώματα τελμάτωσης και μονομέρειας.