
Κριτική Θεάτρου | Himmelweg (Ο δρόμος για τον ουρανό)
- Έγραψε ο Γιώργος Παπαγιαννάκης
- στις 21/10/2019
Κριτική του Γιώργου Παπαγιαννάκη για τη θεατρική παράσταση “Himmelweg” (Ο δρόμος για τον Ουρανό) σε σκηνοθεσία Ελένης Καρακούλη (Ελληνικό Φεστιβάλ, 2019).
Το έργο «Himmelweg» (Ο δρόμος για τον Ουρανό) του Ισπανού συγγραφέα Χουάν Μαγιόργκα, που παρουσιάστηκε στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών- Επιδαύρου, σε σκηνοθεσία Έλενας Καρακούλη, αναφέρεται στις μεθόδους που μετήλθαν οι ναζί προκειμένου να εξασφαλίσουν την έξωθεν καλή μαρτυρία για την πρακτική των στρατοπέδων συγκέντρωσης που εφάρμοσαν. Το στρατόπεδο Τερέζιενσταντ στην Τσεχία υπήρξε μια βραχύβια και επιδέξια παραπειστική κατασκευή, αν όχι ειδυλλιακής, τουλάχιστον, αξιοπρεπούς διαβίωσης, προκειμένου να εξασφαλιστούν οι καλύτερες δυνατές διατυπώσεις στα πορίσματα των εντεταλμένων επιθεωρητών του Ερυθρού Σταυρού. Για την επιτυχή έκβαση αυτού του πειράματος, επιστρατεύθηκε η τέχνη της σκηνοθεσίας, ενώ οι κρατούμενοι, μετά την οδυνηρή εργαλειοποίησή τους ως ηθοποιοί, στην πλειοψηφία τους, εξοντώθηκαν. Η περιέλιξη του έργου γύρω από αυτό το ιστορικό γεγονός, που αντικρούει καταφανώς τη θέση του Μαγιόργκα ότι δεν επιχείρησε την ανασύστασή του, και που επιτάθηκε με τη σκηνοθετική επιλογή προβολής ενός διαφωτιστικού βίντεο, δίκην επιμυθίου, στο τέλος της παράστασης και της φιλοξενίας μιας έκθεσης με φωτογραφικό υλικό και προσωπικά αντικείμενα θυμάτων του Ολοκαυτώματος, τοποθέτησε το όλο εγχείρημα πλησίον του θεάτρου-ντοκουμέντου. Αλλά και σε επίπεδο γραφής, η επένδυση στο υπόρρητο και μη αναπαραστίσιμο (οτιδήποτε αδυνατούμε να διακρίνουμε ή, ενδεχομένως, δεν επιθυμούμε να διακρίνουμε), προδίδει μια ομφαλοσκοπική στάση του δραματουργού, καθώς αναμετράται με τις μεθόδους της φαινομενολογίας στο θέατρο, ήτοι την υπαγωγή των υποκειμένων του ιστορικού γεγονότος στον πειραματισμό, αυτή τη φορά, μιας σκηνικής πραγματείας. Αποτέλεσμα: ένα παλίμψηστο απομύζησης της Ιστορίας.
Αναμφισβήτητα, η τέχνη οφείλει όχι μόνο να συντηρεί την ιστορική μνήμη, αλλά και να συνιστά θύλακα δημιουργικής μεταστοιχείωσης της εμπειρίας ή της πρόσληψης γεγονότων, ένα μέσο «διαύγασης» από τη θολότητα που επιφέρει η λήθη, η στρέβλωση, ο δογματισμός. Ωστόσο, η επικοινωνιακή υπερεξάντληση του Ολοκαυτώματος, την οποία επιχείρησε διαρρήδην να αναλύσει ο πολιτικός επιστήμονας Νόρμαν Φινκελστάιν στο αμφιλεγόμενο βιβλίο του «Τhe Holocauste Industry», φέρνει στο προσκήνιο τη σύγκρουση ανάμεσα στην ανάγκη περισυλλογής για τη σύγχρονη κλιμάκωση του εθνοκεντρισμού και την αδιάφευκτη υποψία (ή αίσθηση) μιας αέναης θυματοποίησης των -ήδη- θυμάτων της Ιστορίας για εμπορικούς σκοπούς, ζήτημα, και αυτό, ηθικό, απέναντι στο οποίο η συγκεκριμένη δημιουργία αντιπαρέθεσε ένα γόνιμο αναστοχασμό.
Η παράσταση αξιοποίησε το βίντεο, ως mise en abyme (εικόνα μέσα στην εικόνα), προσδίδοντας στον ψευδεπίγραφο ρεαλισμό της Τερέζιενσταντ την ψυχρότητα μιας κλινικής συνθήκης. O Θανάσης Δήμου, στο ρόλο του επιθεωρητή, εξυπηρέτησε κατά κόρον την απεικόνιση της μυωπικής γραφειοκρατίας, ο Νίκος Ψαρράς, ως διοικητής του στρατοπέδου, υποστασιοποίησε το δίπολο μεταξύ της επιστημονικής έκφανσης της παρατήρησης και αναπαράστασης και της σοβούσας παράκρουσης, ενώ ο Δημήτρης Παπανικολάου, στο ρόλο του Εβραίου Γκότφριντ, αποκρυστάλλωσε ένα ολοκληρωμένο «αισθητικό σώμα» (corps esthétique), στο οποίο καταγράφηκαν άψογα χειρονομίες, ήχοι, πολιτισμικές και άλλες υπολανθάνουσες πληροφορίες.