
Κριτική Θεάτρου | Από τι ζουν οι άνθρωποι
- Έγραψε ο Γιώργος Παπαγιαννάκης
- στις 27/01/2015
Ο Τολστόι (1828-1910) έθεσε βασανιστικά ερωτήματα στον εαυτό του στο δρόμο του προς την ανακάλυψη της Αλήθειας. Τελικά θα διαχωρίσει την πίστη, προϊόν λογικής, από την πίστη της καρδιάς, την ενστικτώδη πίστη. Αυτό ήταν και το μέγα δίλημμά του: η ταλάντευσή του ανάμεσα στη στεγνή λογική και τη ροπή προς την ευαισθησία. Eξ αιτίας αυτού του έμφυτου δυϊσμού που διέπει τη φύση του, ο Τολστόι εισάγει στη θεολογία του τις έννοιες του “ζώντος”, του “εμπειρικού”, της αληθινής μετάστασης των ψυχών προς τον Θεό.
Την περίοδο των φιλοσοφικών του αναζητήσεων θα πλησιάσει τους στοχασμούς του Σοπενάουερ (ερμηνεία του Πέπλου της Μάγια κλπ) και μέσα από την έρευνα του Πραγματικού, του Όντος και του Γνωστού θα φθάσει στην ανακάλυψη της αλήθειας του. Αυτή η αλήθεια κρύβεται στη φράση του Ευαγγελιστή Ιωάννη “Ο Θεός αγάπη εστί”. Η αγάπη του Θεού είναι ταυτόχρονα και αγάπη των ανθρώπων, των δημιουργημάτων του, προς την εικόνα του.
Έτσι, ο Τολστόι θα διατυπώσει πως εφόσον ο άνθρωπος γίνεται κοινωνός της Αγάπης του Θεού και των αδελφών του συναθρώπων, εφόσον είναι ταπεινός, πράος, ολιγαρκής, εργατικός, ελεήμων, στην πράξη και σε απόλυτο βαθμό, τότε μόνο θα βρει το αυθεντικό νόημα της αιώνιας ζωής και άρα τη Σωτηρία του.
Μέσα σε αυτές τις φιλοσοφικές θεωρήσεις εντάσσεται και το διήγημά του “Από τι ζουν οι άνθρωποι” που έγραψε το 1881. Εδώ ο Τολστόι, θέτει τρία βασικά ερωτήματα: τι κρύβουν μέσα τους οι άνθρωποι; τι δε γνωρίζουν οι άνθρωποι; και από τι ζουν οι άνθρωποι; Το τελευταίο θα λάβει και την τόσο απλή όσο και μεγαλειώδη απάντηση: από την αγάπη.
Η ιστορία φαντάζει απλή και κυμματίζει ανάμεσα στην πραγματικότητα και τις μεταφυσικές ανησυχίες. Ένας τιμωρημένος άγγελος του Θεού θα αναλάβει την αποστολή να επιστρέψει στη γη και να δώσει απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα μπαίνοντας στην οικογένεια και τη δούλεψη ενός φτωχού υποδηματοποιού.
Η κα Όλια Λαζαρίδου, ο κ. Γιώργος Νανούρης και ο κ. Ηλίας Κουνέλας δραματοποιούν το γνωστό τολστοϊκό διήγημα δημιουργώντας κοινές συντεταγμένες με το σήμερα. Σε μια σκηνική σύνθεση (κα Κατερίνα-Χριστίνα Μανωλάκου) όπου όλα συντελούνται σε ατμοσφαιρικές μινιατούρες των επι μέρους χώρων που περιγράφει ο συγγραφέας, οι ηθοποιοί, με μια αφοπλιστική κατανόηση και αφομοίωση του μηνύματος του έργου, γίνονται και οι ίδιοι πρωταγωνιστές μιας σχεδόν μυστηριακής μέθεξης που θα δώσει την τελική λύση της απλά, λιτά, κατανοητά αλλά και με τις ανάλογες δονήσεις στη ψυχή του θεατή.
Οι φωτισμοί της κας Σοφίας Αλεξιάδου δημιουργούν μικρές ζεστές γωνιές άλλοτε πάλι μεγενθυντικές παρεκβάσεις κατά τις νόρμες του παραμυθιού αλλά και ενσωματώσεις που καταργούν τη σύμβαση σπάζοντας το φράγμα σκηνής-κοινού.
Στην ίδια γραμμή υπογράμμισης της ατμόσφαιρας και η μουσική σύνθεση του κ. Κωνσταντίνου Βήτα που μάλιστα διαρρηγνύει και τα χρονικά στεγανά.
Η κα Όλια Λαζαρίδου στους πολλαπλούς ρόλους της, άλλοτε φαντάζει μια ρεαλιστική φιγούρα κι άλλοτε γλυστρά μέσα σε ένα κύμμα που την καθιστά μια παρουσία με μεταφυσική αύρα. Επιτυχημένη η χρήση της κούκλας-μαριονέτας (κα Μάρθα Φωκά) ως alter ego και ως σύνδεση με το παρόν.
Ο κ. Γιώργος Νανούρης, στο ρόλο του υποδηματοποιού Συμεών, δίνει υποκριτικά μια απλή και λιτή, πλην όμως χαρακτηριστική παρουσία.
Ο κ. Ηλίας Κουνέλας, ως απεσταλμένος άγγελος, δίνει από την αρχή το στίγμα μιας μορφής αινιγματικής, υπερκόσμιας και πνευματικής που διαθέτει, ωστόσο, κάποιες χαριτωμένες πτυχές. Ο τελευταίος μονόλογός του υποκριτικά μεστός και καθαρός, δίνει με σαφήνεια την τελική απάντηση στο ερώτημα που πλανάται.
Γενικά, μια παράσταση για κοινό κάθε ηλικίας, χωρίς στείρους διδακτισμούς, μια πρόσκληση για προβληματισμό, ενδοσκόπηση και επαναπροσδιορισμό σκοπών σε κρίσιμους καιρούς.
Επισήμανση: Η παράσταση διαρκεί περίπου 60′ και θα παίζεται μέχρι 5/4 κάθε Κυριακή στις 17.00 στο θέατρο “Πορεία” (Τρικόρφων 3-5 και 3ης Σεπτεμβρίου 69).
(